αρτιοπέριττος

αρτιοπέριττος
ἀρτιοπέριττος και -σσος, -ον (Α)
άρτιος, ζυγός αριθμός που όταν διαιρεθεί διά δύο μας δίνει μονό, περιττό αριθμό (π.χ. 6, 10, 18 κ.λπ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἀρτιοπέριττος — ἀρτιοπέρισσος , ἀρτιοπέρισσος even odd masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθαγόρεια σχολή — Μια από τις σπουδαιότερες φιλοσοφικές σχολές της αρχαίας Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Πυθαγόρα και έζησε πάνω από δέκα αιώνες, με περιόδους εξαιρετικής ακμής και περιόδους κατάπτωσης. Μεταξύ των άμεσων μαθητών του Πυθαγόρα, των λεγόμενων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”